Μειώσεις αποδοχών από 10% έως 50% έχουν συμφωνηθεί, κυρίως μέσω επιχειρησιακών και ατομικών συμβάσεων, την τελευταία τριετία, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας (με βάση τις συμβάσεις εργασίας που έχουν κατατεθεί από το 2011 – έως και τον Αύγουστο του 2014) και του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ (για το διάστημα από τα τέλη του 2011 έως τον Ιούνιο του 2014).
Με βάση τα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας, από το 2011 έως τον Αύγουστο του 2014 υπογράφηκαν συνολικά 1.766 επιχειρησιακές συμβάσεις προβλέποντας μειώσεις αποδοχών έως και στα επίπεδα του κατώτατου νομοθετημένου μισθού, καταργήσεις επιδομάτων «αυτόματα» μετά τη λήξη των κλαδικών συμβάσεων, «ευέλικτα» ωράρια εργασίας σε 40ωρη εβδομαδιαία βάση, μετατροπές συμβάσεων από πλήρους απασχόλησης σε μερικής και εκ περιτροπής και αυξομειώσεις των αποδοχών ανάλογα με την εξέλιξη του τζίρου ή των πωλήσεων των επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ, από τα τέλη του 2011 έως τον Ιούνιο του 2014 υπογράφηκαν 1.440 επιχειρησιακές συμβάσεις με μείωση αποδοχών από 10% έως 50%. Ακόμη και οι περιορισμένες κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας που έχουν υπογραφεί (85 στο ίδιο διάστημα και φέτος μόλις 10) προέβλεψαν μειώσεις μισθών λόγω της οικονομικής συγκυρίας, ενώ αρκετές συμβάσεις ρύθμισαν μόνο θεσμικά ζητήματα.
Τα «κλειδιά»
«Κλειδί» για τις μειώσεις αποδοχών ήταν οι μειώσεις που νομοθετήθηκαν για τα κατώτατα όρια των μισθών και των ημερομισθίων της ΕΓΣΣΕ (-22% για εργαζομένους ηλικίας άνω των 25 ετών και -32% για νέους ηλικίας κάτω των 25 ετών) και οι καταργήσεις επιδομάτων σε συνδυασμό με τις μειώσεις στους βασικούς μισθούς.
Το ΙΝΕ της ΓΣΕΕ εκτιμά ότι στη διάρκεια της κρίσης, από το 2009) οι μισθοί μειώθηκαν συνολικά κατά 30 δισ. ευρώ (από 85 δισ. ευρώ το 2009 σε 56 δισ. ευρώ) και η αγοραστική δύναμη των μέσων αποδοχών ανά μισθωτό κατά την πενταετία 2010-2014 μειώθηκε κατά 23%, επιστρέφοντας στα επίπεδα που ήταν το 1995.
Γιώργος Γάτος, Ημερησία