του Αθανάσιου Έλλις
Οι ευρωεκλογές που διεξάγονται τον Μάιο είναι οι πιο κρίσιμες στην ιστορία του θεσμού. Ο ενισχυμένος πλέον ρόλος του Ευρωκοινοβουλίου στην άσκηση της ευρωπαϊκής πολιτικής θα επηρεάσει κορυφαίας σημασίας ζητήματα για την Ελλάδα, από τα δίκτυα μεταφορών, την αξιοποίηση των πηγών ενέργειας και τη λειτουργία της Τραπεζικής Ενωσης μέχρι σχέσεις με χώρες της περιοχής.
Η εξέλιξη αυτή προσφέρει ευκαιρίες, που, όμως, στην περίπτωση της Ελλάδας θα είναι πιο δύσκολο να αξιοποιηθούν λόγω της διαφαινόμενης μείωσης της επιρροής των Ελλήνων ευρωβουλευτών, που οφείλεται όχι τόσο στην απώλεια μιας έδρας –η Ελλάδα θα έχει 21, από 22 σήμερα– όσο στην ανατροπή του πολιτικού σκηνικού στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Αυτή θα έχει ως αποτέλεσμα να περιορισθεί η ελληνική συμμετοχή στις κοινοβουλευτικές ομάδες των δύο κύριων πολιτικών παρατάξεων της Γηραιάς Ηπείρου, της Κεντροδεξιάς και της Κεντροαριστεράς, στους κόλπους των οποίων παραδοσιακά τα δύο μεγάλα ελληνικά κόμματα διέθεταν αριθμητική παρουσία που διασφάλιζε και την ανάλογη διείσδυση και επιρροή.
Τώρα, όλα δείχνουν ότι η Ν.Δ. θα έχει μικρότερη εκπροσώπηση στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (το 2009 εξέλεξε 8 ευρωβουλευτές, στη συνέχεια με την αποχώρηση Σκυλακάκη έμεινε με 7). Το μεγαλύτερο, δε, πλήγμα έρχεται από την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ. Η ελληνική Κεντροαριστερά (ακόμη και αν εκλέξει εκπρόσωπο η ΔΗΜΑΡ) θα έχει σημαντικά μικρότερη παρουσία στους κόλπους των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών (το 2009 εξέλεξε 8, και τώρα κινδυνεύει να έχει μόλις 2 ή 3). Παράλληλα, υπάρχει και ο διαφορετικής φύσης προβληματισμός για το μείγμα της ελληνικής παρουσίας στο νομοθετικό όργανο της Ενωσης εξαιτίας της προοπτικής να εκλέξει η Χρυσή Αυγή ευρωβουλευτές.
Το κύμα του ευρωσκεπτικισμού, έστω και σε πολύ πιο ήπιες μορφές από την ελληνική εκδοχή του, θα δημιουργήσει ένα νέο περιβάλλον. Φωνές αμφισβήτησης της Ευρώπης, τόσο από τα Δεξιά όσο και από Αριστερά, αναμένεται να εξασφαλίσουν περίπου διπλάσιο ποσοστό από το 12% που έχουν σήμερα στο Ευρωκοινοβούλιο, μια πραγματικότητα που θα δυσχεράνει το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Σε αυτές τις συνθήκες καθίσταται προτεραιότητα η δημιουργία «ευρωπαϊκής συνείδησης». Ακόμη και ο Μπόνο των U2, στη συναισθηματικά φορτισμένη παρέμβασή του στο πρόσφατο συνέδριο του ΕΛΚ, στο Δουβλίνο, εστίασε στην ανάγκη η Ευρώπη, πέρα από τα σχέδια και τη γραφειοκρατία, να αποκτήσει και «ψυχή». Οπως σημείωσε με αφοπλιστική ειλικρίνεια, «οι Αμερικανοί όταν μιλούν για τις ΗΠΑ δακρύζουν, κάτι που δεν συμβαίνει με τους Ευρωπαίους όταν αναφέρονται στην Ε.Ε.». Σε αυτό το πνεύμα κινήθηκε, μιλώντας στην «Κ», και ο μεγάλος νικητής των εσωκομματικών εκλογών του ΕΛΚ, Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, λέγοντας ότι «στόχος μου είναι να χρησιμοποιήσω την προεκλογική εκστρατεία για να μιλήσω ξανά για την πραγματική Ευρώπη, την Ευρώπη που σχεδιάστηκε και αποτέλεσε το όραμα ανθρώπων που βίωσαν τα δεινά του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου».
Στην αναζήτηση αυτής της νέας σχέσης των Ευρωπαίων πολιτών με τους θεσμούς του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, εντάσσονται κινήσεις που γίνονται και θυμίζουν αμερικανικές εκλογές, όπως η διεξαγωγή συνεδρίων –του ΕΛΚ στο Δουβλίνο, των Σοσιαλιστών στη Ρώμη, της Αριστεράς στη Μαδρίτη, των Φιλελευθέρων στις Βρυξέλλες– που αποσκοπούσαν στη νομιμοποίηση των υποψηφίων στα μάτια των 505 εκατομμυρίων Ευρωπαίων πολιτών, οι οποίοι συχνά αισθάνονται ότι η Ευρώπη αποφασίζει ερήμην τους. Στο πλαίσιο αυτό θα διεξαχθούν τουλάχιστον τέσσερις τηλεοπτικές αναμετρήσεις, δύο μεταξύ όλων των υποψηφίων (28 Απριλίου στο Πανεπιστήμιο του Μάαστριχτ και 15 Μαΐου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο) και δύο μεταξύ των κ. Γιουνκέρ και Σουλτς (8 Μαΐου, ZDF/ORF, και 20 Μαΐου, ARD) τα κόμματα των οποίων διεκδικούν και σε αυτές τις εκλογές τη νίκη και τη σχετική πλειοψηφία.
Ισοψηφίες
Η αναμέτρηση διαγράφεται αμφίρροπη, καθώς ΕΛΚ και Σοσιαλιστές ισοψηφούν στις δημοσκοπήσεις με ποσοστά γύρω στο 30%, ενώ μάχη θα δοθεί και για την τρίτη θέση ανάμεσα στην Αριστερά, με επικεφαλής τον Αλέξη Τσίπρα, και τους Φιλελευθέρους με υποψήφιο τον πρώην πρωθυπουργό του Βελγίου, Γκι Φερχόφσταντ, πιθανό επόμενο πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου.
Για πρώτη φορά, οι συσχετισμοί δυνάμεων που θα προκύψουν στην κάλπη θα καθορίσουν –όχι απόλυτα, αλλά σε σημαντικό βαθμό– τους επικεφαλής των ευρωπαϊκών θεσμών, προσδίδοντας σε αυτούς την αίσθηση νομιμοποίησης που απουσίαζε στο παρελθόν και δυσχέραινε το έργο τους. Δύσπιστοι Ευρωπαίοι πολίτες αμφισβητούσαν το δικαίωμα κάποιων, ουσιαστικά τεχνοκρατών, να παίρνουν καίριες αποφάσεις για την καθημερινότητά τους και συχνά να επιβάλλουν κυρώσεις σε κράτη και επιχειρήσεις.
Οι θεσμοί βρίσκονται ακόμη στο στάδιο της εκκόλαψης και δεν υπάρχουν σαφείς μηχανισμοί. Ετσι, οι υποψήφιοι για την Κομισιόν, όπως οι κ. Γιουνκέρ, Σουλτς, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα διορισθούν στη συγκεκριμένη θέση. Στο πλαίσιο διεργασιών και συμβιβασμών στους κόλπους του Συμβουλίου των ηγετών, μπορεί να καταλήξουν σε άλλο αξίωμα, όπως αυτό του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, που σήμερα κατέχει ο Χέρμαν βαν Ρομπέι. Αλλωστε, η Αγκελα Μέρκελ δεν έχει κρύψει τον προβληματισμό της για τη διαδικασία επιλογής υποψηφίων από τα πανευρωπαϊκά κομματικά συνέδρια…
*Διαβάστε το άρθρο του Αθανάσιου Έλλις στην «Καθημερινή»