της Ιωάννας Τσάτσου
Η ηπατίτιδα C είναι μία λοίμωξη που προσβάλλει κυρίως το ήπαρ. Oφείλεται στον το ιό της ηπατίτιδας C, τον HCV. Η ηπατίτιδα C είναι γνωστή ως η «αθόρυβη» νόσος, γιατί χαρακτηρίζεται κυρίως από απουσία συμπτωμάτων, γεγονός που δυσχεραίνει την δυνατότητα έγκαιρης διάγνωσης. Αποτελεί ένα τεράστιο πρόβλημα για τη δημόσια υγεία με περίπου 170 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο να έχουν προσβληθεί από τον ιό. Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι περίπου το 2% του πληθυσμού πάσχει από χρόνια Ηπατίτιδα C και ένα μεγάλος μέρος αυτών δεν το γνωρίζουν.
Οι επιστήμονες άρχισαν να εξετάζουν τον ιό HCV τη δεκαετία του 1970, ενώ επιβεβαίωσαν την ύπαρξή του μόλις το 1989.
Ο κύριος τρόπος μετάδοσης στον ανεπτυγμένο κόσμο είναι η ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών. Στον αναπτυσσόμενο κόσμο η ασθένεια μεταδίδεται κυρίως από μεταγγίσεις αίματος και μη ασφαλείς ιατρικές διαδικασίες.
Η ηπατίτιδα C παρουσιάζει οξέα συμπτώματα μόλις στο 15% των περιπτώσεων. Τα συμπτώματα είναι τις περισσότερες φορές ήπια και ασαφή, και είναι η μειωμένη όρεξη, κούραση, ναυτία, οι πόνοι στους μύες ή τις αρθρώσεις και η απώλεια βάρους. Μόνο ελάχιστες περιπτώσεις οξείας λοίμωξης συνδέονται με ίκτερο (η κίτρινη χροιά του δέρματος και των βλεννογόνων). Η λοίμωξη υποχωρεί χωρίς θεραπεία στο 10-50% των ανθρώπων.
Το 80% των ανθρώπων που εκτίθενται στον ιό αναπτύσσει χρόνια λοίμωξη. Οι περισσότεροι βιώνουν ελάχιστα ή και καθόλου συμπτώματα, κατά τη διάρκεια των πρώτων δεκαετιών της λοίμωξης, αν και η χρόνια ηπατίτιδα C μπορεί να συνδεθεί με την κόπωση. Η ηπατίτιδα C είναι το κύριο αίτιο της κίρρωσης και του καρκίνου του ήπατος, όσον αφορά στα άτομα που πάσχουν πολλά χρόνια από την ασθένεια. Η κίρρωση του ήπατος μπορεί να προκαλέσει υψηλή αρτηριακή πίεση στις φλέβες που συνδέονται με το ήπαρ, συσσώρευση υγρού στην κοιλιακή χώρα, εύκολο μωλωπισμό ή αιμορραγία, διευρυμένες φλέβες, ιδιαίτερα στο στομάχι και τον οισοφάγο, ίκτερο όπως και εγκεφαλική βλάβη. Συνδέεται, επίσης, σπάνια με χαμηλότερο από το φυσιολογικό αριθμό αιμοπεταλίων, με χρόνιες παθήσεις του δέρματος, διαβήτη, και λεμφώματα.
Η αντιμετώπιση του ιού HCV γίνεται συνήθως με ιντερφερόνη και αντιικά φάρμακα. Ένα ποσοστό 50-80% των ανθρώπων που ακολουθούν φαρμακευτική αγωγή θεραπεύονται. Οι άνθρωποι που αναπτύσσουν κίρρωση ή καρκίνο του ήπατος είναι πιθανό να χρειαστούν μεταμόσχευση ήπατος, ωστόσο ο ιός επανεμφανίζεται, συνήθως, μετά τη μεταμόσχευση.
Για την ηπατίτιδα C δεν υπάρχει εμβόλιο.
Η πρόληψη εστιάζεται κυρίως σε προγράμματα ανταλλαγής βελόνων και θεραπείας της κατάχρησης ουσιών, μεταξύ των χρηστών ενδοφλέβιων ναρκωτικών και στη τήρηση όλων των προβλεπόμενων ελέγχων στους αιμοδότες στη διάρκεια των αιμοδοσιών.
Η ενημέρωση του κοινού και για αυτή τη νόσο μέσω προγραμμάτων πρόληψης και προαγωγής υγείας είναι πολύ σημαντική. Για παράδειγμα, η Μη κυβερνητική οργάνωση Praksis πραγματοποίησε τη «Καμπάνια ενημέρωσης για την HCV και διενέργεια rapid test ανίχνευσης» τη περίοδο Μάρτιος 2012 – Απρίλιος 2013.Δημιουργήθηκε από αυτή την καμπάνια η τηλεφωνική γραμμή για την Ηπατίτιδα C ,800 11 11 600, για την ενημέρωση των ενδιαφερομένων.
Eπίσης, η μη κερδοσκοπική οργάνωση «Σύλλογος Ασθενών Ήπατος Ελλάδος, Προμηθέας» ιδρύθηκε το 2012, με σκοπό να παρέχει τεκμηριωμένη πληροφόρηση σε θέματα που αφορούν τις ιογενείς ηπατίτιδες B και C, την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των χρόνιων πασχόντων από ιογενείς ηπατίτιδες, την πραγματοποίηση ενεργειών που θα στοχεύουν στην πρόληψη του κοινού αλλά και παράλληλα στην ψυχολογική υποστήριξη των ασθενών και των οικογενειών τους.
Κλείνοντας να σημειωθεί ότι το κόστος διαχείρισης της Ηπατίτιδας C είναι δυσβάσταχτο, ειδικά σε προχωρημένα στάδια, όπου η θεραπεία αφορά ως επί το πλείστον νοσοκομειακές δαπάνες.