του Τάκη Θεοδωρόπουλου
Αν ο Φρόιντ έβρισκε κάποιο τρόπο να επικοινωνήσει με εμάς από το επέκεινα, είμαι βέβαιος πως θα συνέγραφε διατριβή ολόκληρη για την απόπειρα κλοπής της στάχτης του. Κάτι σαν το κείμενο που είχε γράψει για την Γκραντίβα του Γένσεν, ή ακόμη καλύτερα, την καταχώρηση στο ημερολόγιό του όταν επισκέφθηκε τον Παρθενώνα. Όπου ο πατέρας πάντων των ψυχαναλυτών μπροστά στο μνημείο αναλογίζεται τον πατέρα του και αναρωτιέται αν θα μπορούσε να το εκτιμήσει καθότι ο ίδιος δεν είχε και ιδιαίτερη εκτίμηση για τη μόρφωσή του. Δεν ξέρω αν είναι αυτός ο ιδανικός τρόπος για να προσεγγίζεις τη μεγάλη τέχνη, είναι πάντως ο τρόπος που προτείνει ο Φρόιντ. Δεν ξέρω επίσης αν η κατάλληλη χρήση μιας ελληνικής υδρίας του 3ου αιώνα π.Χ. είναι η μετατροπή της σε τεφροδόχο, όμως, αν στην έχουν δωρίσει με τη μεσολάβηση της πριγκίπισας Μαρίας Βοναπάρτη και είσαι ο Φρόιντ τα πράγματα αλλάζουν. Αν μάλιστα στην παράσταση εμφανίζεται Μαινάδα με τον Διόνυσο πίτα, ό,τι πιο κοντά στο ασυνείδητο είχαν ανακαλύψει οι αρχαίοι ημών, τότε δικαιολογείσαι απολύτως. Εξάλλου γλιτώνεις από κωμικοτραγικά ατυχήματα, σαν αυτό που είχε πάθει μετά θάνατον η Μαρία Κάλλας, όταν ο τότε Ελληνας υπουργός Πολιτισμού Δ. Νιάνιας πήγε να σκορπίσει την τέφρα της στο Αιγαίο, μόνον που στάθηκε απέναντι στον άνεμο με αποτέλεσμα να την τινάζει από τα πέτα του. Έκτοτε ο εκάστοτε υπουργός Πολιτισμού στέκει όπου φυσά ο άνεμος.
Η υδρία δυστυχώς συνετρίβη κατά την απόπειρα της ληστείας και έτσι δεν θα μάθουμε ποτέ αν οι υποψήφιοι κλέφτες ενδιαφέρονταν γι’ αυτήν ή για το περιεχόμενό της. Η αμφισημία όμως, ως γνωστόν, ουδόλως θα σκότιζε τον πατέρα της ψυχανάλυσης. Αν μεν οι δράστες ομολογήσουν πως τους ενδιέφερε το αγγείο, ο Φρόιντ θα συνεπέραινε πως στην πραγματικότητα τους ενδιέφερε το περιεχόμενό του και για να το αποδείξει θα τους υποχρέωνε να ξαπλώσουν και να αρχίσουν τις εξομολογήσεις. Πώς έλεγε ο ταλαίπωρος Οιδίπους πως αδιαφορεί παντελώς για τη μητέρα του και εντέλει απεδείχθη ο διασημότερος αιμομείκτης όλων των εποχών; Δεν θέλω να σκοτώσω τον πατέρα μου, τον αγαπάω τον πατέρα μου, τον θαυμάζω, όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω σαν τον πατέρα μου. Μα παιδί μου το λες επειδή ακριβώς θέλεις να τον σκοτώσεις. Δεν ξέρω αν η ψυχανάλυση ωφελεί την ψυχή, λένε πως την ωφελεί, το σίγουρο είναι πως ωφελεί την ψυχανάλυση. Ακόμη και σε προχωρημένες καταστάσεις σύγχυσης, όπως αυτή του Γεωργίου Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος, προκειμένου να ξεφύγει από τον Οιδίποδα επέλεξε να γίνει Αμλετ στην Ελσινόρη, πήγε να μεταμορφώσει την Ελλάδα σε ηλιόλουστη Δανία με τα γνωστά ολέθρια αποτελέσματα.
Οθεν συνάγεται ότι η συντριβή του αγγείου είναι μάλλον ξεκάθαρο πως παραπέμπει σε κινητικό lapsus. Τις στάχτες ήθελαν αλλά δεν τολμούσαν να το ομολογήσουν, πήγαν να κλέψουν την υδρία, αλλά την έσπασαν ασυνείδητα για να τους μείνουν οι στάχτες. Ελπίζω δε ότι οι τεφροσυλλέκτες που θα φρόντισαν να τις περιμαζέψουν από το πάτωμα να πρόσεξαν τις γωνιές διότι πολλά συμβαίνουν με τις γωνιές στον καθαρισμό των χώρων. Υποθέτω δε ότι η ελληνική ορθοδοξία έχοντας υπόψη της όλα αυτά, αντιδρά με τέτοιο τρόπο στην καύση των νεκρών. Και μιας και το ’φερε η κουβέντα, ψυχαναλυτικά μιλώντας πάντως, τι γίνεται με την υπόθεση; Υποτίθεται ότι ο νόμος έχει ψηφισθεί, πλην όμως αποτεφρωτήρια δεν βλέπουμε. Αν δεν κάνω λάθος, όταν κάποιοι αποφάσισαν να κατασκευάσουν το πρώτο στο ιστορικό Μαρκόπουλο Αττικής οργανώθηκε σταυροφορία για να τους εμποδίσουν. Έκτοτε αγνοείται η τύχη του. Υπάρχει βέβαια και η Βουλγαρία θα μου πείτε. Κοντά μας είναι, χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι οπότε γιατί να μπλέκουμε με τέτοιες ιστορίες που απειλούν τις υδρίες μας και τις πανάρχαιες συνήθειές μας.
*Το άρθρο του Τάκη Θεοδωρόπουλου δημοσιεύτηκε στις 17 Ιανουαρίου στην «Καθημερινή«