του Κώστα Ιορδανίδη
Η επιχείρηση διασώσεως της Ελλάδος προϋποθέτει, ως φαίνεται, εξάρθρωση της μεσαίας αστικής τάξεως. Το γεγονός αυτό κατέστη τόσο προφανές ώστε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κ. Αλέξης Τσίπρας, στην ομιλία του κατά την πρόσφατη συζήτηση της προτάσεως μομφής, εκδήλωσε κατ’ επανάληψη το ενδιαφέρον του για τη συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα πολιτών.
Παράδοξο όντως το γεγονός ότι ο ηγέτης ενός μάλλον ετερόκλητου αριστερού συνασπισμού αναλαμβάνει την υποστήριξη της μεσαίας τάξεως που στην αρχή της μεταπολιτεύσεως είχε συσπειρωθεί κυρίως γύρω από την Νέα Δημοκρατία και στη συνέχεια περί τον «εκσυγχρονιστή» πρωθυπουργό του ΠΑΣΟΚ κ. Κώστα Σημίτη. Τα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας αναφέρονται πλέον με τρόπο αταξικό στις «θυσίες του ελληνικού λαού».
Το πρόβλημα με την μεσαία αστική τάξη, επί της οποίας στηρίζεται το αντιπροσωπευτικό ή κοινοβουλευτικό σύστημα, εντοπίζεται στο γεγονός ότι είναι εξαιρετικά ευάλωτη και αβαθής. Μέλη του παλαιού καθεστώτος –των ευγενών, όπως εν γένει ονομάζονται– μπορούσαν να απολέσουν τον πλούτο τους, αλλά ουδέποτε εξέπιπταν κοινωνικώς, ούτε ποτέ αποβάλλονταν από τον κύκλο που γενεαλογικώς ανήκαν.
Αντίθετα ο αστός που θα εκπέσει από την τάξη των ευπόρων πολιτών, εξαφανίζεται κοινωνικώς, δεν μετέχει στα δημόσια, απλώς παύει να υπάρχει έξω από το στενό του περιβάλλον, που συρρικνώνεται δραματικά. Μόνον οι γόνοι αστικών οικογενειών, που έχουν συνδεθεί με τα δημόσια πράγματα –την πολιτική– ή με τον πολιτισμό διασώζονται και εξασφαλίζουν οι ίδιοι ή η οικογένειά τους μία θέση στη ζωή του έθνους, που συστηματικώς υπονομεύεται από ανερχόμενους πληβείους.
Το όλο θέμα δεν θα είχε την παραμικρά σημασία ή θα ενδιέφερε αργόσχολους νοσταλγούς του παρελθόντος, εάν η έκπτωση του αστού –στην οικονομική του εκδοχή βεβαίως– δεν τον ωθεί σε έναν μικροαστικό ριζοσπαστισμό, που είναι και ο πυρήνας αμφισβητήσεως του αντιπροσωπευτικού συστήματος – το στήριγμα των δικτατορικών ή ανελευθέρων καθεστώτων. Αυτός είναι και ο λόγος που σε χώρες δίχως στέρεους θεσμούς –που παρεμπιπτόντως διαμορφώθηκαν σταδιακά επί μοναρχικών καθεστώτων– όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, αλλά και η Γερμανία, η εμπειρία της οποίας ως ενιαίου εθνικού κράτους είναι συγκριτικώς πολύ πρόσφατη, επικρατεί σε περιόδους κρίσεως ο μικροαστικός ριζοσπαστισμός με συνέπεια την μετάπτωση από το κοινοβουλευτικό σύστημα σε καθεστώτα δικτατορικά.
Στην Ελλάδα, που η μεσαία αστική τάξη είναι κυρίως μεταπρατική και άρα από άποψη οικονομική αβαθής, ο κίνδυνος κατισχύσεως του μικροαστικού ριζοσπαστισμού είναι εμφανής, τώρα που επιβάλλεται η σάρωση του υφισταμένου –από αιώνων θα έλεγε κανείς– συστήματος. Πολιτική σταθερότης δεν πρόκειται να επιτευχθεί παρά μόνον εάν από τα ερείπια της καταρρέουσας αστικής τάξεως αναδειχθεί μία νέα λιγότερο αβαθής. Αλλά αυτό απαιτεί χρόνο πολύ. Πέραν τούτου στην χώρα μας το ήθος και ο εθνικός χαρακτήρας εν γένει διαμορφώνονταν από τους αστούς των δημοσίων αξιωμάτων και όχι του πλούτου, αλλά η δημόσια διάσταση του έθνους έχει απολύτως υπονομευθεί. Το πρόβλημα είναι πολύ σοβαρότερο από το αδιέξοδο που ανέκυψε κατά τις συνομιλίες της κυβερνήσεως με την τρόικα.
*Το άρθρο του Κώστα Ιορδανίδη δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή» στις 24/11/2013.