Σε εισήγησή του σε ημερίδα του Πανεπιστημίου Αθηνών το 2010, ο Πάσχος Μανδραβέλης έκανε μια εξαιρετικά σημαντική επισήμανση: τα ελληνικά ΜΜΕ «έχασαν» τη μεγαλύτερη και σοβαρότερη είδηση της Μεταπολίτευσης που δεν ήταν άλλη από την πληροφορία ότι η χώρα όδευε ολοταχώς σε χρεοκοπία. Μια όχι τόσο ωραία πρωία, οι πολίτες πληροφορήθηκαν έκπληκτοι ότι η χώρα βυθιζόταν, ένα γεγονός για το οποίο κανείς δεν τους είχε προειδοποιήσει έγκαιρα. Αυτή την αλήθεια δεν την είχαν αποκρύψει μόνον οι κυβερνήσεις για τις οποίες θα μπορούσε κανείς να πει ότι είχαν όφελος από το να την αποκρύψουν αλλά και ο Τύπος που ο ρόλος του είναι να αποκαλύπτει τις αλήθειες που κάθε κυβέρνηση επιχειρεί να αποκρύψει.
Οι αιτίες αυτης της «ελληνικής ιδιαιτερότητας» (όπως θέλουμε να βαφτίζουμε τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας) στη λειτουργία του Τύπου είναι λίγο πολύ γνωστές κι αναλύονται επαρκώς και με παραδείγματα στην εισήγηση του Μανδραβέλη που συνέδεσα πιο πάνω.
Θα περίμενε κανείς ωστόσο ότι η κρίση θα άλλαζε αυτή την κατάσταση. Μάταια. Την εβδομάδα που μας πέρασε ξαναζήσαμε αυτή τη δυσλειτουργία και μάλιστα στον υπερθετικό βαθμό. Από τη μία, στην επικαιρότητα κυριάρχησε το θέμα της απόδρασης του Χριστόδουλου Ξηρού με το βίντεο που έδωσε ο ίδιος στη δημοσιότητα. Από την άλλη, αν ο Επίτροπος Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης και η Διεθνής Αμνηστία αρχικά και η Αξιωματική Αντιπολίτευση στη συνέχεια δεν είχαν «ανεβάσει» το θέμα του τραγικού ναυαγίου στο Φαρμακονήσι, η είδηση μάλλον θα είχε περάσει στα ψιλά· το εντυπωσιακό όμως είναι ότι κι αφού ξέσπασε το ζήτημα και ο Υπουργος Ναυτιλίας έκανε τις γνωστές, ανεκδιήγητες δηλώσεις του, κάποια Μέσα συνέχισαν να υποβαθμίζουν προκλητικά το σοβαρό θέμα που δημιουργήθηκε.
Ο Τύπος δεν αρκέστηκε στον σχολιασμό του διαγγέλματος του τρομοκράτη. Οι πανελίστες δημοσιογράφοι και οι σχολιαστές, βρέθηκαν να διαλέγονται στην κυριολεξία με τις δηλώσεις των καταδικασμένων τρομοκρατών που ακολούθησαν αφού πρώτα τους έδωσαν κεντρική θέση στον δημόσιο διάλογο. Μέσα σ΄αυτό κλίμα δημοσίου διαλόγου και με όρους που ξεπερνούν κάθε έννοια δεοντολογίας (κανείς δεν αναρωτήθηκε υπό ποίες συνθήκες οι κρατούμενοι έκαναν τις όποιες δηλώσεις τους) η υστερική σύγκρουση κυβέρνησης-αντιπολίτευσης φαντάζει ως το μόνο λογικό επακόλουθο. Δημιουργείται μάλιστα αυτό που στην επικοινωνία ονομάζεται «ελεγχόμενο πεδίο σύγκρουσης», όπου οι αντιδράσεις και των δύο πλευρών είναι απολύτως προβλέψιμες και ως τέτοιες δεν προκαλούν καμία πολιτικη εξέλιξη και καμία σοβαρή βλάβη στον αντίπαλο. Αντιθέτως λειτουργούν μάλλον συσπειρωτικά και στα δυο στρατόπεδα. Μια αέναη τελετουργία από την οποία το μόνο τραγικό θύμα είναι η πολιτική ως δημοκρατική διαδικασία.
Την ίδια στιγμή η απόπειρα υποβάθμισης των γεγονότων στο Φαρμακονήσι και όσων επακολούθησαν αφήνουν άπλετο χώρο στη δημιουργία εντυπώσεων, συνομωσιών, εμπέδωσης του αισθήματος της καχυποψίας στους πολίτες απέναντι στους πυλώνες της Δημοκρατίας. Σε οποιαδήποτε άλλη δυτική χώρα, ο Τύπος θα πίεζε την κυβέρνηση μέσω των κύριων άρθρων των εφημερίδων να διατάξει ανεξάρτητη έρευνα για τα γεγονότα και την πίεση αυτή θα την ασκούσαν κατεξοχήν οι εφημερίδες της συμπολίτευσης αφού μια ανεξάρτητη έρευνα θα λειτουργούσε προς όφελος της ίδιας της κυβέρνησης.
Σ’αυτή την… εξίσωση, υπάρχει κι ένας τρίτος παράγοντας που θα μπορούσε να αποδειχτεί ο σημαντικότερος όλων και να λειτουργήσει ως καταλύτης των εξελίξεων στον χώρο του Τύπου και δεν είναι άλλος από τα social media. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι σε κάθε κοινωνία οι χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, του twitter και του facebook αναπαράγουν την κουλτούρα Τύπου που επικρατεί, αυτό συμβαίνει σ” όλες τις χώρες. Μια πραγματική «δημοσιογραφία των πολιτών» όμως που θα έθετε ερωτήσεις, θ” αναζητούσε απαντήσεις και θα επιχειρούσε να ορίσει την ατζέντα του δημόσιου διαλόγου, θα λειτουργούσε ασφυκτικά προς τα παλαιά μοντέλα και τους φορείς της παθογένειας. Ακόμα κι αν οι χρήστες των social media μειοψηφούν έναντι των τηλεθεατών μπορούν να λειτουργησουν ως φυσικοί πομποί πληροφόρησης στα δικά τους κοινωνικά περιβάλλοντα εκτός του ψηφιακού κόσμου.
Για να το πω απλά, τα ΜΜΕ λειτουργούν μ’ αυτό τον τρόπο γιατί μπορούν. Κανείς δεν αμφισβητεί έμπρακτα τη λειτουργία τους αναδεικνύοντας εναλλακτικούς, αποτελεσματικότερους και εγκυρότερους τρόπους παραγωγής ειδήσεων. Αποκρύπτουν ειδήσεις, γιατί μπορούν. Αναδεικνύουν περιφερειακά ζητήματα σε μείζονα, γιατί μπορούν να το κάνουν χωρίς έμπρακτο ανταγωνισμό.
Θα διακινδυνεύσω μια πρόβλεψη: το επόμενο διάστημα και με την συγκυρία που θα δημιουργήσουν κυρίως οι αυτοδιοικητικές εκλογές, θα δούμε τις πρώτες συστηματικές απόπειρες της κοινωνίας των πολιτών να αναλάβει μέρος της ενημέρωσης και της παραγωγής ειδήσεων στα χέρια της. Κι όταν θα συμβεί αυτό, μετά τίποτα δεν θα είναι πλέον το ίδιο.
*Η Βίβιαν Ευθυμιοπούλου είναι σύμβουλος επικοινωνίας.