του Γιώργου Δελαστίκ
Ο τίτλος του άρθρου της αυστριακής εφημερίδας «Ντι Πρέσε» προκαλεί ενδιαφέρον: «Τι δεν θέλουμε να ξέρουμε για την Ελλάδα». Ο υπότιτλος δίνει απαντήσεις σε όλα: «Η χώρα δεν σώθηκε, η διεθνής αλληλεγγύη δεν υπήρξε και δεν γνωρίζουμε αν η όλη υπόθεση θα καταλήξει σε πολιτική καταστροφή»! Ο αρθρογράφος Βόλφγκανκ Μπεμ είναι εντυπωσιακά διεισδυτικός: «Πρώτον, η Ελλάδα δεν σώθηκε με τα μέχρι τώρα δάνεια βοήθειας των 240 δισεκατομμυρίων ευρώ. Σώθηκαν μόνο οι διεθνείς τράπεζες, μερικές από τις οποίες θα βρίσκονταν μπροστά στην καταστροφή σε περίπτωση ολικής παύσης εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους. Το ελληνικό κράτος έχει μόνο φορτωθεί ακόμη περισσότερα βάρη από το ξέσπασμα της κρίσης» υπογραμμίζει χωρίς περιστροφές. Τις τράπεζές τους έσωσαν οι Ευρωπαίοι με το Μνημόνιο, λέει πολύ σωστά, όχι τους Ελληνες, που τους φόρτωσαν ακόμη μεγαλύτερο δημόσιο χρέος!
Το άρθρο της αυστριακής εφημερίδας συνεχίζει ακάθεκτο: «Το γεγονός είναι ότι από το αποκαλούμενο πακέτο σωτηρίας των ευρωεταίρων προέκυψαν συνολικά έξι πακέτα λιτότητας των κυβερνήσεων, υψηλότεροι μαζικοί φόροι, χαμηλότεροι μισθοί και συντάξεις καθώς και μια σοβαρή άνοδος της ανεργίας. Οποιος βρεθεί εκτός ταμείου ανεργίας δεν είναι πλέον ασφαλισμένος, ούτε για ασθένεια. Αυτοί έχουν στο μεταξύ γίνει τρία εκατομμύρια άνθρωποι» τονίζει. «Η χώρα δεν εξυγιάνθηκε μέσω του πακέτου βοήθειας» υποστηρίζει η «Ντι Πρέσε», η οποία εμφανίζεται πολύ απαισιόδοξη για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας. «Ακόμη και αν κατόρθωνε η κυβέρνηση -πράγμα που σχεδόν κανένας δεν πιστεύει- να έβγαινε στο τέλος αυτού του χρόνου από την ευρωπαϊκή ομπρέλα σωτηρίας, θα παραμείνει πίσω ένα τεράστιο βουνό χρέους πολύ πάνω από 300 δισεκατομμύρια ευρώ» επισήμανε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας: «Το ισχνό κράτος, το οποίο επέβαλαν οι δανειστές, ναι μεν θα υπάρξει, αλλά η προοπτική θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα που θα αντικαταστήσουν την απώλεια θέσεων στον δημόσιο τομέα παραμένει αυταπάτη».
Η αυστριακή εφημερίδα δεν διστάζει να κατεδαφίσει και την υποτιθέμενη αλληλεγγύη των εταίρων της Ελλάδας στην ΕΕ: «Η επαινεθείσα και από τον Αυστριακό καγκελάριο Φάιμαν ?αλληλεγγύη? προς τον ελληνικό λαό ουδέποτε υπήρξε! Ελαβε χώρα μόνο κατ” ελάχιστο μέτρο με τη μορφή κουρέματος χρέους περίπου 107 δισεκατομμυρίων ευρώ που κατείχαν ιδιώτες δανειστές» γράφει. Ο αρθρογράφος της «Ντι Πρέσε» έχει επίγνωση της ελληνικής πραγματικότητας και σε καμιά περίπτωση δεν προσπαθεί να τη συγκαλύψει. «Φυσικά, το θεμέλιο του κακού γεννήθηκε στην Ελλάδα» υπογραμμίζει κατηγορηματικά και εξηγεί με σαφήνεια τι εννοεί: «Επί δεκαετίες τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, η ΝΔ και το σοσιαλιστικό ΠΑΣΟΚ, προσέφεραν υπερβολικά πολλά κάθε φορά με κρατική βοήθεια στην εκλογική τους πελατεία … Μια ελίτ δημοσίων υπαλλήλων, προερχόμενη και από τα δύο κόμματα, χρησιμοποίησε ανενδοίαστα προς όφελός της τις κρατικές δουλειές.
Προσφάτως αποκαλύφθηκαν λαδώματα υψηλόβαθμων Ελλήνων δημοσίων υπαλλήλων στους εξοπλισμούς από επιχειρήσεις της Γερμανίας, Σουηδίας και Ρωσίας». Ολα αυτά που αναφέρουμε παραπάνω δεν τα γράφει κάποια αριστερή αυστριακή εφημερίδα, η οποία πρόσκειται φιλικά προς τον Αλέξη Τσίπρα. Κάθε άλλο. Βαθιά αστική εφημερίδα είναι η «Ντι Πρέσε». Ομιλος που συνδέεται με την Καθολική Εκκλησία της Αυστρίας είναι αυτός που την κατέχει. Αυτό άλλωστε γίνεται αμέσως αντιληπτό από το κλείσιμο του άρθρου που παρουσιάσαμε, όπου ούτε λίγο ούτε πολύ επιχειρείται τεχνηέντως μια προβολή ως εξίσου καταστροφικών λύσεων η άνοδος στην εξουσία του ΣΥΡΙΖΑ με το να έπαιρνε την εξουσία η… Χρυσή Αυγή! «Καθώς η κατάσταση έχει εκτραπεί κατ” αυτόν τον τρόπο, κανείς δεν μπορεί να πει σήμερα αν η δημοσιονομική και οικονομική κρίση θα εξελιχθεί σε επικίνδυνη πολιτική κρίση.
Αν ριζοσπαστικές δυνάμεις όπως ο αριστερός ΣΥΡΙΖΑ ή η δεξιά Χρυσή Αυγή έρχονταν ποτέ στην εξουσία, με μεγάλη πιθανότητα θα εκμηδενίζονταν όλα τα διεθνή βοηθητικά μέτρα για την εξυγίανση του κράτους και οι λιτές επιτυχίες μεταρρυθμίσεων. Αυτός ο κίνδυνος δείχνει όμως επίσης πόσο λεπτός είναι ο πάγος πάνω στον οποίο χτίστηκε η δράση διάσωσης (της Ελλάδας)» συμπεραίνει η κεντρώα αυστριακή εφημερίδα, από τις κορυφαίες αυτής της χώρας.
*Το άρθρο του Γιώργου Δελαστίκ δημοσιεύτηκε στις 17/11/2014 στο «Έθνος«