του Ηλία Σιακαντάρη
Η πεποίθηση ότι η κρίση τελείωσε, ότι ο κόσμος ξεπέρασε την άβυσσο που είχε αντικρίσει το 2008, εξαπλώνεται όπως τα αναμμένα κεριά μετά το «Δεύτε λάβετε φως». «Χριστός Ανέστη» βέβαια δεν ακούστηκε, μάλλον το αντίθετο: Μόλις χθες η αμερικανική Fed ανακοίνωσε νέες ανησυχίες για την ανάκαμψη – την ίδια μέρα που η ΕΚΤ, στις προβλέψεις της για το 2014, διέβλεψε αυξημένα ρίσκα για την παγκόσμια σταθερότητα. Κατά τα άλλα, η κρίση «έχει τελειώσει».
Η οικονομική θεματολογία έχει αφήσει πίσω της την εμμονή στην περιγραφή των πιθανών σεναρίων κατάρρευσης. Οι τραπεζικές αναλύσεις –από εκκεντρικές έως απολύτως mainstream– συντονίζονται: «Η αυγή ενός νέου ανοδικού κύκλου είναι εδώ».
Η ιαπωνική Nomura είναι η τελευταία μεγάλη τράπεζα που φόρεσε ροζ γυαλιά. Ο τίτλος της ετήσιας ανάλυσης για τις προοπτικές του 2014 είναι «Το Τέλος του “Τέλους του Κόσμου”». Με την εκπνοή του 2013, λέει, ο πλανήτης θα έχει αφήσει πίσω του τη φάση της κρίσης. Δεν θα είναι ο «κίνδυνος συστημικής εξάπλωσης της κρίσης» αυτός που θα υπαγορεύει τις κινήσεις των επενδυτών, αλλά θα είναι οι αναπτυξιακές δυνατότητες της πραγματικής οικονομίας/επιχείρησης/ κράτους αυτές που θα καθορίσουν τις επενδυτικές επιλογές.
Εδώ όμως υπάρχει πρόβλημα. Στην πραγματική οικονομία των περισσοτέρων χωρών της Δύσης (κι όχι μόνο) επικρατεί ακόμα «νύχτα». Το χρήμα συχνάζει σε στοιβάδες «χρηματοοικονομικές», πολύ υψηλές για τον παραγωγικό ιστό – με τρόπο ανάλογο που διακινούνται δισεκατομμύρια στο όνομα της Ελλάδας, ενώ στην ίδια την αγορά δεν υπάρχει ευρώ.
Οι μεγάλες διεθνείς τράπεζες παίρνουν ρευστό από τις κεντρικές τράπεζες, το δανείζουν και κερδίζουν από αυτό. Αλλά κατά κανόνα το δανείζουν κάπου μακριά, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά με αντισυμβαλλομένους άλλες μεγάλες τράπεζες. Η πραγματική οικονομία παραμένει στεγνή, το καταναλωτικό/επενδυτικό κλίμα χρειάζεται τονωτικά και λίφτινγκ για να μη βουτήξει.
Ας με συγχωρήσουν οι τακτικοί αναγνώστες για την επανάληψη του «σχεδιαγράμματος»: το χρήμα γεννιέται και δανείζεται από τις κεντρικές τράπεζες στις εμπορικές τράπεζες και μετά στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά όπως περνάει το νερό σε μια πυραμίδα από κολονάτα ποτήρια: Οταν υπερχειλίσει το πρώτο, γεμίζει τη δεύτερη σειρά, όταν γεμίσει κι αυτή, στην τρίτη κι ούτω καθεξής. Στη σημερινή οικονομία γεμίζουν μόνο οι πάνω πάνω σειρές των ποτηριών. Λίγο παρακάτω, τα ποτήρια είναι καπακωμένα. Το χρήμα φεύγει μακριά από το σύστημα μιας χώρας πριν «βραχούν» και οι κάτω: γίνεται «ατμός», περιφέρεται ηλεκτρονικά, μετακινείται ακαριαία ανά τον κόσμο.
Οσο νερό κι αν γεμίσεις τα πάνω ποτήρια, αν η πυραμίδα είναι ελαττωματική, δεν θα φτάσει στη βάση. Σε αυτό αναφέρεται ο Μάριο Ντράγκι, όταν μιλάει «για χαλασμένο μηχανισμό μετάδοσης επιτοκίων». (Τώρα η ΕΚΤ εξετάζει να ζητήσει από τις τράπεζες στις οποίες θα βοηθήσει με τον επόμενο γύρο φθηνής ρευστότητας, να της υποσχεθούν πρώτα να τη διοχετεύσουν σε δανεισμό της πραγματικής οικονομίας.)
Μέχρι στιγμής πάντως κανείς δεν έχει εξηγήσει πειστικά πώς το κεφάλαιο, αντί να φύγει στα μισά της διαδρομής για να βρει πιο αποδοτικές διεθνείς τοποθετήσεις όπως είναι η φυσική του τάση, θα κατέβει παρακάτω στην τροφική αλυσίδα των δανεικών (νοικοκυριά και επιχειρήσεις) με ρίσκο.
Ακόμα κι αν είναι λάθος η υπεραισιόδοξη οπτική, είναι πραγματικότητα γιατί την πιστεύουν πολλοί (ή «αναγκάζονται» να την ακολουθήσουν – βλ. χθεσινό άρθρο). Οι μαζικές παρωπίδες μπορεί να βοηθούν ένα κοπάδι σκυλιά να σύρουν το έλκηθρο σε ευθεία γραμμή, σπάνια όμως είναι καλός οδηγός για ανθρώπινα συστήματα σε μεταβαλλόμενες συνθήκες.
*Το άρθρο του Ηλία Σιακαντάρη δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή» στις 28/11/2013.